Αοκάρα ολέ,


Βασίλης Δημήτρογλου 1ο μέρος

Δημοσιευμένο στη κατηγορία Aφιερώματα από Δημήτρης τον Νοεμβρίου 10th, 2008

Βασίλης Δημήτρογλου

21 Απριλίου 1975 - 9 Ιουνίου 2000

«Για που το ΄βαλες καρδιά μου μ΄ ανοιχτά πανιά
Για ποια πέλαγα ουράνια, άστρα μαγικά
Για που το ΄βαλες καρδιά μου μ΄ ανοιχτά πανιά»

Στίχοι: Νατάσσα Μεσσηνή

Η διοίκηση και οι ποδοσφαιριστές του Α. Ο. ΚΟΜΑΡΩΝ ευχαριστούν από τα βάθη της καρδιάς τους Δημήτρογλου Ζήση (μετανάστη του χωριού μας που ζει στην Ελβετία) για την προσφορά που έκανε στην ομάδα μας, δύο μπάλες Adidas, μια τρόμπα ποδοσφαίρου, ένα περιβραχιόνιο του αρχηγού καθώς και ένα κασκόλ της εθνικής Ελλάδος και κάποια ειδικά αφιερώματα που είχαν γίνει για τον αείμνηστο αδερφό του παίκτη και φίλο μας Βασίλη Δημήτρογλου. Θεωρούμε υποχρέωσή μας να υπάρχει ένα ειδικό αφιέρωμα για τον Βασίλη γιατί ήταν από τα άτομα που έδινε τα πάντα για το ποδόσφαιρο και για το χωριό του και είμαστε σίγουροι πως θα ήταν πολύ περήφανος για αυτή την προσπάθεια που κάνουμε να ενώσουμε όλους τους μετανάστες του χωριού μας με την δημιουργία αυτής της σελίδας.

Ακολουθεί ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του SVL Μέγας Αλέξανδρος (Ζυρίχη) όπου αγωνίστηκε ο Βασίλης τελευταία.

Το ΄χε παράπονο ο Βασίλης ή κάπως έτσι ακούστηκε όταν είπε στον προπονητή του “ρε Γιώργο μια φορά έπρεπε να είμαι και ΄γώ αρχηγός στο Μέγα”.

Και έγινε ο Βασίλης αρχηγός, όχι πως στις καρδιές μας δεν ήταν από πριν και αρχηγός και ήρωας και ψυχάρα και μαχητής. Απλά η μοίρα παίζει παράξενα παιχνίδια και ο Βασίλης έπαιξε μόνο για μια φορά στον Μέγα σαν αρχηγός πρώτη και τελευταία. Εκείνο το σούρουπο που μας χαιρέτησε ο Βασίλης, εμένα και το Γιώργο, ήμασταν όλοι χαρούμενοι. Η ομάδα τα κατάφερε να κρατηθεί στην κατηγορία και αυτό με τη μέγιστη βοήθεια και του Βασίλη, όπως αρμόζει σ΄ έναν πραγματικό ηγέτη και αρχηγό στο γήπεδο.

Όταν του ανταπέδωσε το χαιρετισμό ο Γιώργος, του το φώναξε “γεια σου ρε ΑΡΧΗΓΕ”. Έλαμψε από χαρά το πρόσωπο του Βασίλη, ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του, ήλιος πραγματικός. Σήκωσε το χέρι του προς τη μεριά μας και απομακρύνθηκε χωρίς να πει τίποτε άλλο. Ήταν η τελευταία φορά που τον έβλεπα. Η μοίρα παίζει παράξενα παιχνίδια my captain.

Ψυχάρα ο Βασίλης, από τότε που το γνώρισα μέχρι και την αποφράδα εκείνη μέρα. Με το αιώνιο χαμόγελο στα χείλη του ζωγραφισμένο. Δεν το ΄βαζε κάτω ποτέ και ότι αναλάμβανε έπρεπε να το τελειώσει. Όπως και εκείνο το μοιραίο ταξίδι στο Ρίμινι. ” Πρέπει να πάω” έλεγε “το έχω υποσχεθεί και έχει οργανωθεί εδώ και πολύ καιρό, πρέπει να πάω.”

Και ξεκίνησε ο Αρχηγός εκείνο το πρωί ξημερώματα. Ξεκίνησε ένα ταξίδι χωρίς γυρισμό. Η μοίρα παίζει παράξενα παιχνίδια my captain. Έφυγε άδοξα ο Βασιλής. Δεν του ΄πρεπε τέτοιο τέλος. Σε ξένη γη, καταμεσής στην άσφαλτο. Δεν είναι δίκαιος ο “Μπαγάσας” εκεί πάνω.

Δεν ξέρω ρε Βασίλη αν εκεί που βρίσκεσαι μας βλέπεις και μας ακούς αλλά μας άφησες με το παράπονο ρε Αρχηγέ, κανένας μας δε πρόλαβε να σε χαιρετήσει. Και αν με βλέπεις και με ακούς ρε Βασίλη, να κοίτα, επάνω στο τραπέζι θα ανεβώ και όλοι οι άλλοι μαζί θα βροντοφωνάξουμε:

“Oh Captain, my Captain”

Ο Βασίλης τερματοφύλακας της παιδικής ομάδας του ΑΟΚ

Ο Βασίλης, τερματοφύλακας της παιδικής ομάδας του ΑΟΚ το 88-89

Κείμενο του Γεωργανάκη Δημήτρη
Δημοσιευμένο στο περιοδικό του “SVL Megas Alexandros,
για τον αθλητισμό και πολιτισμό”
Τευχός Νο. 5, Καλοκαίρι 2000

Χωρίς σχόλια